Lamborghini Espada: Το τετραθέσιο supercar

Είναι ένα από τα μυστήρια της αυτοκίνησης, γιατί παρά το γεγονός ότι η Lamborghini ποτέ δεν κατασκεύαζε τετραθέσια αυτοκίνητα, η Espada ήταν μια από τις μεγαλύτερες εμπορικές της επιτυχίες

  • -
  • -

Ο Ferruccio Lamborghini βρισκόταν ακόμα επικεφαλής και μάλιστα ήταν ακόμα στην αρχή της ανοδικής πορείας του. Μετά την 350GT και τη Miura ήξερε ότι η Lamborghini χρειάζονταν κάτι πιο πραγματικό και πρακτικό, ειδικά σε μια κατηγορία όπου δεν υπήρχαν πολλοί αντίπαλοι όπως τα τετραθέσια supercar. Είδε μια πραγματική εμπορική ευκαιρία, όμως το  timing  της παρουσίασης του Tipo 108 Espada στο Geneva Motor Show του 1968 δεν ήταν η πιο κατάλληλη στιγμή. Και αυτό γιατί το κοινό περίμενε κάτι ακόμα πιο εντυπωσιακό και exotic από την Miura. Δυστυχώς η Espada δεν ήταν αρκετά εντυπωσιακή. Μάλιστα το γεγονός ότι σχεδιαστικά έμοιαζε όχι μόνο με το πρωτότυπο Pirana, αλλά και με την Marzal δεν βοήθησε ώστε το αυτοκίνητο να ξεχωρίσει για τις αρετές του, που εδώ που τα λέμε δεν ήταν και λίγες.

Μηχανικά το αυτοκίνητο βασίζονταν πάνω στη 350/400GT και στο Islero που και αυτό παρουσιάστηκε το 1968 φορώντας τον αλουμινένιο V12 κινητήρα των τεσσάρων λίτρων. Ο κινητήρας αυτός είχε σχεδιαστεί από τον Giotto Bizzarrini και εξελιχτεί από τον Gian Paolo Dallara αποδίδοντας τελικά 325 ίππους.

Η κατασκευή του πάντως δεν ήταν εξολοκλήρου αυτοφερόμενη με μεταλλικά διαμορφωμένα τμήματα πάνω σε χωροδικτύωμα κατά διαστήματα, ειδικά στα σημεία στήριξης του κινητήρα και των αναρτήσεων, ενώ οι εξωτερικές επιφάνειες ήταν κατασκευασμένες από αλουμίνιο.

Τα μεταλλικά υποπλαίσια κατασκευάζονταν από την Marchesi στη Μόντενα και μεταφέρονταν στις εγκαταστάσεις του Bertone για να προσαρμοστούν οι εξωτερικές επιφάνειες. Τέλος η ίδια η Lamborghini τοποθετούσε τα μηχανικά μέρη. Όπως λοιπόν θα περιμένατε μετά από τόσες μετακινήσεις, η ποιότητα κάθε άλλο παρά υποδειγματική ήταν. Παρά τα όχι και πολύ κολακευτικά λόγια που εισέπραξε πάντως συνέχισε να ζει μια επιτυχημένη ζωή και η Lamborghini συνέχισε την εξέλιξή της με την Series II, σαν 400GTE το 1970 που απέκτησε χαμηλότερο πάτωμα, για να κερδίσει περισσότερο εσωτερικό ύψος για τα κεφάλια των πίσω. Επίσης ανανεώθηκε εσωτερικά με νέο πίνακα οργάνων και απέκτησε αεριζόμενα δισκόφρενα μαζί με κινητήρα 350 ίππων.

Η δεκαετία του ’70 όμως δεν ήταν καλή για τα supercar, η πετρελαϊκή κρίση τα χτύπησε άγρια και η νέα νομοθεσία περί ρύπων στις Η.Π.Α. ουσιαστικά έβγαλε την Lamborghini  από την μεγάλη αυτή αγορά. Το αποτέλεσμα ήταν το 1974 ο Ferruccio να αναγκαστεί να πουλήσει και τις τελευταίες του μετοχές από την εταιρεία που έφερε το όνομά του, όχι όμως πριν προλάβει να παρουσιάσει και μια τρίτη γενιά το 1973 με κλιματισμό, τιμόνι με υδραυλική υποβοήθηση και αυτόματο κιβώτιο ταχυτήτων

 

Σχεδίαση

Από κοντά το αυτοκίνητο είναι σχεδόν παράλογο σε ότι να κάνει με τις διαστάσεις του. Πολύ χαμηλό, πολύ πλατύ και μακρύ. Σχεδιαστικά τέτοιες αναλογίες δεν θα μπορούσαν να… εξυπηρετηθούν, όμως αυτό που βλέπουμε δεν είναι απαραίτητο να εμπίπτει πάντα στα λογικά όρια της γεωμετρικής αισθητικής. Μπορεί να λειτουργεί και πέρα από αυτά. Άλλωστε το αυτοκίνητο ονομάζετε «σπάθα» από το Ισπανικό «espada» και είναι ακριβώς ο τρόπος με τον οποίο κόβει τον αέρα. Ιδιαίτερα η πίσω σχεδίαση και αυτή των τριών τετάρτων είναι απόλυτα χαρακτηριστική και ούτε για ένα λεπτό δεν θα πρέπει να ξεχάσουμε ότι η Espada έχει γεννηθεί από το μολύβι του Marcello Gandini και είναι γεμάτο από όμορφες και ιδιότροπες λεπτομέρειες, όπως οι αεραγωγοί δεξιά και αριστερά των εμπρός τροχών. Και μόνο αν το δει κανείς από εμπρός δείχνει λίγο αδιάφορο με μόνα ενδιαφέροντα σημεία τις εισαγωγές τύπου NACA πάνω στο καπό και κανείς σίγουρα δεν πρόκειται να το αποκαλέσει όμορφο με την κλασική ιταλική συνταγή. Και αυτό γιατί η σχεδίαση της Espada δεν διαθέτει καμπύλες. Και μπορεί κάνεις με το δίκιο του να υποστηρίξει ότι προηγείτο αισθητικά της εποχής του κατά δέκα χρόνια, αλλά αυτό τις ημέρες της παρουσίασής του ήταν παντελώς αδιάφορο. Το αυτοκίνητο είτε σου άρεσε είτε όχι και δυστυχώς δεν άρεσε. Τώρα ότι στο μάτι μας σήμερα φαίνεται πολύ μοντέρνο και καθόλου ξεπερασμένο έχει να κάνει μόνο με το γεγονός ότι έχει αλλάξει το γούστο μας και εκπαιδευτεί ώστε πλέον να αποζητά επίπεδες επιφάνειες στη σχεδίαση.

 

Πραγματικό GrandTurismo

Με την Espada η Lamborghini στόχευε σε ένα πιο ώριμο κοινό, αλλά το πολύ χαμηλό του ύψος και η δυσκολία στην είσοδο-έξοδο σίγουρα δεν απευθύνονταν σε πιο μεγάλους στην ηλικία. Το εσωτερικό είναι συντηρητικό ντυμένο σε δέρμα τύπου Connolly, το τιμόνι είναι πολύ χαμηλά τοποθετημένο και οι διακόπτες, ως συνήθως, δεν έχουν την οποιαδήποτε σχέση με αυτό που ονομάζουμε εργονομία.

Όμως όταν λέμε «τετραθέσιο», το εννοούμε, γιατί πίσω χωρούν δύο πραγματικοί επιβάτες, αν και δεν ορκιζόμαστε το πόσο εύκολη είναι η είσοδος και η έξοδος στα πίσω καθίσματα. Όσο για τον χώρο αποσκευών είναι και αυτός υπαρκτός, αν και ρηχός. Όμως για τέσσερα άτομα, ή για δύο τσάντες για μπαστούνια του golf πολύ ικανοποιητικός.

Το τιμόνι που είναι χωρίς υποβοήθηση χρειάζεται γερά μπράτσα μέσα στη πόλη, αλλά έξω από αυτή αποκτά την μοναδική αίσθηση που διαθέτουν όλες οι άμεσες σχέσεις! Όσο για το πλάτος του, τις ημέρες που παρουσιάστηκε ήταν τεράστιο, όμως σήμερα δεν ξεπερνά τον μέσο όριο των αυτοκινήτων στους δρόμους μας και θα εκπλαγείτε για το ότι η Espada δεν είναι φαρδύτερη από ένα Ford Focus, αν και οι αναλογίες της ξεγελούν το μάτι! Είναι ένα από εκείνα τα αυτοκίνητα που μικραίνουν γύρω από τον οδηγό!   

 

 

Κινητήρας supercar

Όπως όλοι πολύ καλά ξέρουμε, το όλο «θέμα» των Lamborghini είναι οι κινητήρες τους και η Espada φυσικά δεν θα μπορούσε να αποτελέσει εξαίρεση. Ο V12 των 3.929 κ.εκατ. αναπνέει μέσα από έξη καρμπυρατέρ της Weber (40DCOE20 οριζοντίου ροής) και σε κάθε πλευρά του «V» ζουν δύο εκκεντροφόροι για την κίνηση των βαλβίδων. Προσέξτε όμως, για να χωρέσει ο κινητήρας κατά τον διαμήκη άξονα ανάμεσα στους εμπρός τροχούς, η Lamborghini αναγκάστηκε να προχωρήσει σε διαφορετικές λύσεις από ότι συνήθως, ώστε να κρατήσει το ύψος του κινητήρα χαμηλά. Έτσι ενώ οι εξαγωγές βρίσκονται κλασικά στην εξωτερική πλευρά του «V» οι εισαγωγές βρίσκονται στο κέντρο με τους αυλούς εισαγωγής όμως στο κέντρο των δύο εκκεντροφόρων και όχι εξωτερικά όπως έχουμε συνηθίσει, με αποτέλεσμα τα καρμπυρατέρ να βρίσκονται ακριβώς πάνω από τα μπουζί. Η απόδοση φτάνει τους 325 ίπποι στις 6.500 σ.α.λ. και το κιβώτιο που ακολουθεί ανήκει στην ZF και είναι μηχανικό πέντε σχέσεων, ενώ αργότερα υπήρξε και αυτόματο τριών σχέσεων.

Η ανάρτηση εμπρός και πίσω ήταν ανεξάρτητη και κάθε τροχός βασίζονταν πάνω σε ανισομεγέθη διπλά ψαλίδια με ελατήρια και τηλεσκοπικό αμορτισέρ. Τέλος τα φρένα ήταν τέσσερα δισκόφρενα της Girling και η ζυγαριά σταματούσε στα 1.757 κιλά.

Τελικά μέχρι το τέλος της παραγωγής της Espada το 1978 κατασκευάστηκαν 1.217 αυτοκίνητα και με εξαίρεση το τετρακίνητο LM002, η Lamborghini ποτέ δεν κατασκεύασε άλλο τετραθέσιο supercar.