Σταθερές κάμερες θα βεβαιώνουν τροχαίες παραβάσεις

Για πόσο καιρό θα διατηρείται το υλικό, ποια είναι τα δικαιώματα όσων καταγράφονται - Όλα όσα περιλαμβάνονται στο Προεδρικό Διάταγμα

  • -
  • -

Τη δυνατότητα τοποθέτησης και λειτουργίας συστημάτων καταγραφής εικόνας και ήχου, για την αποτροπή εγκληματικών πράξεων αλλά και την πρόληψη τροχαίων παραβάσεων, έχει το ελληνικό δημόσιο μετά τη δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως του Προεδρικού Διατάγματος υπ’ αριθμ. 75 της 10ης Σεπτεμβρίου 2020, με τίτλο «Χρήση συστημάτων επιτήρησης με τη λήψη ή καταγραφή ήχου ή εικόνας σε δημόσιους χώρους».

Το Προεδρικό Διάταγμα θεσπίζει τους ειδικότερους κανόνες για την εγκατάσταση και λειτουργία, σε δημόσιους χώρους, συστημάτων λήψης ή καταγραφής ήχου ή εικόνας, στο μέτρο που διενεργείται επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, κατά τρόπο ώστε να επιτυγχάνονται αποτελεσματικά σκοποί όπως «η διαφύλαξη της εθνικής άμυνας και η προστασία του πολιτεύματος, η αποτροπή και καταστολή εγκλημάτων και η διαχείριση της κυκλοφορίας που περιλαμβάνει την αντιμετώπιση εκτάκτων καταστάσεων στο οδικό δίκτυο, τη ρύθμιση της κυκλοφορίας οχημάτων, καθώς και την πρόληψη και διαχείριση τροχαίων ατυχημάτων».

Υπενθυμίζεται ότι η αναβάθμιση του Θαλάμου Επιχειρήσεων, Παρακολούθησης και Ελέγχου της Κυκλοφορίας (ΘΕΠΕΚ) θα επιτρέπει σε ορισμένα φανάρια της Αττικής να ανιχνεύουν αυτόματα τα οχήματα που θα παραβιάζουν τον ερυθρό σηματοδότη.

Οι διατάξεις του συγκεκριμένου διατάγματος εφαρμόζονται στα συστήματα επιτήρησης, ανεξαρτήτως των τεχνικών τους προδιαγραφών, εάν δηλαδή χρησιμοποιούν αναλογική ή ψηφιακή τεχνολογία, εάν διαθέτουν κάμερες σταθερές, περιστρεφόμενες ή κινητές, προσαρμοσμένες σε σταθερές βάσεις ή φορητές μεταφερόμενες από οχήματα κάθε είδους (εδάφους, θαλάσσης ή αέρος, επανδρωμένα ή μη) ή από φυσικά πρόσωπα, ή εάν χρησιμοποιείται οποιαδήποτε άλλη ηλεκτρονική συσκευή ή ηλεκτρονικά συστήματα, όπως επίσης και ανεξαρτήτως του είδους της εικονοληψίας (συνεχούς ή ασυνεχούς). Στα συστήματα αυτά ανήκουν ιδίως τα κλειστά κυκλώματα τηλεόρασης, με πρόσθετο εξοπλισμό για τη μετάδοση, αποθήκευση και κάθε είδους περαιτέρω επεξεργασία της εικόνας και του ήχου.

Ποιος θα είναι υπεύθυνος επεξεργασίας του ηχητικού ή οπτικού υλικού

Για τη ρύθμιση της κυκλοφορίας των οχημάτων, την πρόληψη και διαχείριση τροχαίων ατυχημάτων και την αντιμετώπιση εκτάκτων καταστάσεων στο οδικό δίκτυο, ως υπεύθυνος επεξεργασίας ορίζεται η/οι δημόσια αρχή/δημόσιες αρχές, που εγκαθιστά/ούν το σύστημα επιτήρησης, δηλαδή η Ελληνική Αστυνομία.

Πού θα τοποθετηθούν κάμερες για την πρόληψη και διαχείριση τροχαίων ατυχημάτων

Όπως αναφέρεται στο άρθρο 5 του Προεδρικού Διατάγματος «για την εγκατάσταση και λειτουργία συστημάτων επιτήρησης για την πρόληψη ή καταστολή των εγκλημάτων απαιτείται να συντρέχουν επαρκείς ενδείξεις ότι τελούνται ή πρόκειται να τελεσθούν στον συγκεκριμένο χώρο ποινικά αδικήματα από τα αναφερόμενα στο άρθρο 3 του παρόντος. Η συνδρομή επαρκών ενδείξεων αιτιολογείται με την αναφορά πραγματικών στοιχείων όπως, ιδίως, στατιστικών ή εμπειρικών δεδομένων, μελετών, εκθέσεων, μαρτυριών, πληροφοριών για τη συχνότητα, το είδος και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των εγκλημάτων που τελούνται σε συγκεκριμένο χώρο, καθώς και για την, βάσει των ανωτέρω στοιχείων, πιθανολογούμενη εξάπλωση ή μεταφορά της εγκληματικότητας σε άλλο δημόσιο χώρο. Η επιτήρηση κρίνεται απαραίτητη όταν, κατ’ εκτίμηση των ανωτέρω πραγματικών στοιχείων, σχηματίζεται η εύλογη πεποίθηση ότι στους συγκεκριμένους δημόσιους χώρους απειλούνται σοβαροί κίνδυνοι για τη δημόσια ασφάλεια».

Αυτό σημαίνει ότι κάμερες για τροχαίες παραβάσεις μπορεί να τοποθετηθούν σε σημεία όπου είτε υπάρχει κίνηση (π.χ. μεγάλες διασταυρώσεις) είτε σημειώνονται παραβάσεις (π.χ. παραλιακή).

Πώς θα εστιάζουν οι κάμερες

«Η εστίαση της εικόνας επιτρέπεται για τη διαπίστωση αξιόποινων πράξεων που εμπίπτουν στο πλαίσιο των επιδιωκόμενων σκοπών. Η διαδικασία εστίασης της εικόνας και επαναφοράς της εκτελείται με αιτιολογημένη απόφαση του υπευθύνου επεξεργασίας, κατόπιν έγκρισης του αρμοδίου εισαγγελέα πρωτοδικών. Σε περίπτωση κατεπείγοντος, η εστίαση είναι δυνατό να εκτελείται κατόπιν αιτιολογημένης απόφασης του υπεύθυνου επεξεργασίας, με υποχρέωση άμεσης ενημέρωσης του αρμόδιου εισαγγελέα, ο οποίος μπορεί να απαγορεύσει τη συνέχιση της διαδικασίας και τη χρήση των συλλεγέντων δεδομένων. Σε κάθε περίπτωση, η συνδρομή των προϋποθέσεων εστίασης της κάμερας, καθώς και επαναφοράς της στην προκαθορισμένη θέση, αποδεικνύονται από τα τηρούμενα κατ’ άρθρο 11 αρχεία καταγραφής ενεργειών. Ο αρμόδιος κατά τα ανωτέρω εισαγγελέας δύναται να ζητά, οποτεδήποτε το κρίνει αναγκαίο, επιπλέον στοιχεία, με σκοπό τον έλεγχο της νομιμότητας των ενεργειών. Είναι επιτρεπτή η λήψη εικόνας και κάθε τρίτου προσώπου, εφόσον τούτο είναι αναγκαίο για την επίτευξη του σκοπού επεξεργασίας».

Ποια στοιχεία των οχημάτων θα καταγράφονται

Όπως αναφέρεται στο άρθρο 7 Είδος δεδομένων, «1. Κατά τη διαχείριση της κυκλοφορίας, η επεξεργασία δεδομένων εικόνας περιορίζεται στην αναγνώριση των πινακίδων κυκλοφορίας και της κατηγορίας (επιβατικά, φορτηγά, λεωφορεία κ.λπ.) των οχημάτων.

2. Η λήψη και επεξεργασία δεδομένων ήχου, στο μέτρο που σε αυτόν περιλαμβάνονται δεδομένα από τα οποία μπορεί να γίνει αναγνώριση προσώπων, δεν πρέπει να είναι ενεργοποιημένη. Η επεξεργασία δεδομένων ήχου επιτρέπεται κατ’ εξαίρεση, κατόπιν ειδικώς αιτιολογημένης απόφασης του υπεύθυνου επεξεργασίας, η οποία εγκρίνεται από τον αρμόδιο εισαγγελέα, με σκοπό τον εντοπισμό και την αναγνώριση προσώπων που εμπλέκονται σε αξιόποινες πράξεις της περ. α του άρθρου 3 και οι οποίες διαλαμβάνονται στην παρ. 1 του άρθρου 4 του ν. 2225/1994 (Α΄ 121), εφόσον η διερεύνηση των ανωτέρω αξιόποινων πράξεων είναι αδύνατη ή ουσιωδώς δυσχερής χωρίς αυτή. Στην προαναφερόμενη απόφαση γίνεται ειδική μνεία α) της αξιόποινης πράξης, για τη διακρίβωση της οποίας είναι απαραίτητη η επεξεργασία β) των ενδείξεων ως προς την εμπλοκή των ερευνώμενων προσώπων στην τέλεση της πράξεως αυτής, γ) του σκοπού της επεξεργασίας, δ) της αδυναμίας ή ιδιαίτερης δυσχέρειας διακρίβωσης της πράξης με άλλο τρόπο και ε) της απολύτως αναγκαίας χρονικής διάρκειας της επεξεργασίας».

Για 15 ημέρες θα τηρούνται τα δεδομένα – Ποιες είναι οι εξαιρέσεις

Άρθρο 8 Χρόνος τήρησης και καταστροφή δεδομένων

1. Τα δεδομένα διατηρούνται κατά μέγιστο για χρονικό διάστημα δεκαπέντε (15) ημερών από τη συλλογή τους, εκτός αν η διατήρηση είναι απαραίτητη για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, με σκοπό τη διερεύνηση αξιόποινων πράξεων. Μετά την πάροδο του ανωτέρω χρονικού διαστήματος, τα δεδομένα καταστρέφονται.

Ο υπεύθυνος επεξεργασίας εξασφαλίζει ότι η διαγραφή πραγματοποιείται με αυτόματη μέθοδο και ότι τα καταστρεφόμενα δεδομένα δεν είναι δυνατό να ανακτηθούν. Δεδομένα που αφορούν γεγονότα που εμπίπτουν στον επιδιωκόμενο σκοπό, αποθηκεύονται και διατηρούνται, εφόσον είναι απαραίτητα, για την διερεύνηση αξιόποινων πράξεων του άρθρου 3 του παρόντος διατάγματος.

Τα δεδομένα αυτά διαγράφονται μετά την έκδοση αμετάκλητης δικαστικής απόφασης ή την οριστική παύση της δίωξης ή την παρέλευση του χρόνου παραγραφής. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας ενημερώνεται σχετικώς από τις αρμόδιες δικαστικές υπηρεσίες, προκειμένου να προβεί στη διαγραφή.

2. Επιτρέπεται, επίσης, η διατήρηση, όταν υπάρχουν δικαιολογημένες υπόνοιες σε βάρος του ατόμου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα, για την προπαρασκευή ή τη διάπραξη στο μέλλον των αξιόποινων πράξεων της παρ. 1. Οι δικαιολογημένες υπόνοιες προπαρασκευής ή μελλοντικής διάπραξης των ανωτέρω αξιόποινων πράξεων συναρτώνται με μαρτυρίες ή κάθε είδους σχετικές πληροφορίες, εν γένει κινήσεις και επαφές του ατόμου, καθώς και τη φύση, σοβαρότητα και αριθμό των εγκλημάτων, για τα οποία το υποκείμενο των δεδομένων έχει τυχόν κατά το παρελθόν καταδικασθεί ή ασκηθεί σε βάρος του ποινική δίωξη. Για τη διατήρηση των δεδομένων στην περίπτωση αυτή εκδίδεται αιτιολογημένη απόφαση του υπεύθυνου επεξεργασίας, η οποία υπόκειται σε περιοδική επανεκτίμηση ανά διετία.

3. Κατ’ εξαίρεση, επιτρέπεται η διατήρηση δεδομένων για εκπαιδευτικούς, αποκλειστικά, σκοπούς. Εντός του αναφερόμενου στην παρ. 1 χρονικού διαστήματος, επιλέγονται τα τμήματα των δεδομένων, τα οποία θα τηρηθούν αποκλειστικά για εκπαιδευτικούς λόγους και τα οποία ανωνυμοποιούνται κατά τρόπο μη αναστρέψιμο, εντός χρονικού διαστήματος δύο (2) μηνών. Οι εκπαιδευτές και οι εκπαιδευόμενοι, καθώς και κάθε τρίτος που κάνει χρήση των διατηρούμενων δεδομένων, για τους λόγους της παρούσας παραγράφου, υπογράφει σχετική δήλωση εχεμύθειας.

Τα δικαιώματα όσων καταγράφονται από τις κάμερες

1. Τα θέματα που αφορούν τα δικαιώματα των υποκειμένων ρυθμίζονται από τις ανά περίπτωση εφαρμοστέες διατάξεις του Κανονισμού (ΕΕ) υπ’ αρ. 2016/679 και του ν. 4624/2019. 2. Σε κάθε περίπτωση, συμπληρωματικά των υποχρεώσεων που απορρέουν από τις ανωτέρω διατάξεις, ο υπεύθυνος επεξεργασίας οφείλει να ενημερώνει το κοινό ότι πρόκειται να εισέλθει σε χώρο που εμπίπτει στην εμβέλεια εγκατεστημένων ή φορητών συστημάτων επιτήρησης. Η εν λόγω ενημέρωση μπορεί να γίνεται με κάθε πρόσφορο μέσο, ιδίως με ανάρτηση, σε εμφανές μέρος, ευδιάκριτων πινακίδων, όπου αναγράφεται ο σκοπός και ο υπεύθυνος επεξεργασίας, καθώς και ο σύνδεσμος της ιστοσελίδας στην οποία ο υπεύθυνος επεξεργασίας δημοσιεύει τα απαραίτητα για την ενημέρωση στοιχεία. 3. Το υποκείμενο των δεδομένων, στο πλαίσιο των δικαιωμάτων του που καθορίζονται στις διατάξεις του Κανονισμού (ΕΕ) υπ’ αρ. 2016/679 και του ν. 4624/2019, έχει, ιδίως, το δικαίωμα να ζητεί και να λαμβάνει, από τον υπεύθυνο επεξεργασίας ή τους μετέχοντες στη διαδικασία επεξεργασίας, πληροφορίες για τα δεδομένα που το αφορούν και τους τυχόν αποδέκτες της επεξεργασίας, προσδιορίζοντας, με αίτησή του, κατά το δυνατόν, τον χρόνο και τον τόπο καταγραφής των προσωπικών του δεδομένων. Οι εκτελούντες την επεξεργασία οφείλουν να πληροφορήσουν τον αιτούντα χωρίς καθυστέρηση και σε κάθε περίπτωση, εντός τριάντα (30) ημερών από την υποβολή της αιτήσεώς του, αν έχει καταγραφεί η εικόνα του ή η φωνή του και σε καταφατική περίπτωση, εφόσον ζητείται, να χορηγούν αντίγραφο του σχετικού τμήματος της εγγραφής. Εφόσον συμφωνεί και το υποκείμενο των δεδομένων, μπορούν, εναλλακτικά, απλώς να επιδείξουν το ανωτέρω τμήμα. Όταν χορηγείται αντίγραφο, οι εκτελούντες την επεξεργασία οφείλουν να καλύπτουν την εικόνα ή να αφαιρούν το ηχητικό απόσπασμα που αφορά τρίτα πρόσωπα. Οι πληροφορίες που παρέχονται, κάθε επικοινωνία, καθώς και οι αιτήσεις που υποβάλλονται, δεν υπόκεινται σε τέλος. Όταν η αίτηση υποβάλλεται προδήλως αβάσιμα ή καταχρηστικά, ο υπεύθυνος επεξεργασίας μπορεί να επιβάλει ένα εύλογο τέλος βάσει των διοικητικών του εξόδων. Οι εκτελούντες την επεξεργασία μπορούν να αρνηθούν να ενεργήσουν βάσει του αιτήματος. Στην περίπτωση αυτή, πρέπει να είναι σε θέση να αποδείξουν τον προδήλως αβάσιμο ή καταχρηστικό χαρακτήρα της αίτησης.

4. Ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή οι μετέχοντες στη διαδικασία της επεξεργασίας μπορεί να αρνηθούν την ικανοποίηση δικαιωμάτων μόνο για τους λόγους που αναφέρονται στις ανά περίπτωση εφαρμοστέες διατάξεις του Κανονισμού (ΕΕ) υπ’ αρ. 2016/679 και του ν. 4624/2019.

5. Εάν ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή οι μετέχοντες στη διαδικασία της επεξεργασίας αρνηθούν να ικανοποιήσουν το αίτημα παροχής πληροφοριών ή δεν απαντήσουν εντός του τριακονθημέρου, ο αιτών μπορεί να προσφύγει από την πάροδο άπρακτης της προθεσμίας απαντήσεως ή από την κοινοποίηση της αρνητικής απόφασης στην Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, με την επιφύλαξη των διατάξεων της παρ. 5 του άρθρου 10 και 59 του ν. 4624/2019.

Τέλος, κατά της απόφασης εγκατάστασης και λειτουργίας συστήματος επιτήρησης ασκείται αίτηση ακυρώσεως ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας κατά τις ισχύουσες διατάξεις.

ΠΑΡΑΚΑΛΩ ΠΕΡΙΜΕΝΕΤΕ. ΦΟΡΤΩΝΟΝΤΑΙ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ...