Θου Κύριε

  • -
  • -

Δεν βρίζω, δηλαδή βρίζω, αλλά δεν βρίζω! Εντάξει, βρίζω, αλλά δεν βρίζω συνέχεια και χωρίς λόγο! Και ο λόγος που δεν βρίζω είναι γιατί όταν βρίσω θέλω ο οχετός που θα ξεστομίσω να είναι όχι μόνο ουσιαστικός, αλλά και εν πλήρη συνείδηση και για μένα, αλλά και για αυτόν θα τον λουστεί.

Όταν βρίζεις συνέχεια οι… κακές κουβέντες χάνουν την αξία τους, αντίθετα εγώ θέλω οι… κακές κουβέντες που θα ξεστομίσω, όταν τις ξεστομίσω, να πιάσουν τόπο! Να αναρωτηθεί ο άλλος: «Μα ο Κώστας δεν βρίζει, τι του έκανα και άνοιξε το κουτί με τις χυδαιότητες;».
Και τώρα θέλω να βρίσω, θέλω να βρίσω πολύ! Θέλω να βρίσω τόσο που μπήγω τα νύχια μου στο κρέας, για να μην γράψω πράγματα που θα με στείλουν κατευθείαν στη φυλακή.

Ο λόγος απλός, η όλη ιστορία και παραφιλολογία για τα διόδια, τις μπάρες, τις απειλές και όλα τα κοσμητικά περί «τζαμπατζήδων» με τα οποία μας στόλισε η ανερυθρίαστη πολιτική ηγεσία αυτής της χώρας. Ποιούς εμάς του πολίτες που πληρώνουμε…

Να βάλουμε λοιπόν τα πράγματα στη θέση τους και δεν θα το πάμε πολύ πίσω, ούτε στους Σοφιστές, ούτε στα περί νόμου του Πλάτωνα και στο έργο του «Κρίτων», ούτε στο Ρωμαϊκό δίκαιο για «dura lex-sed lex», ούτε καν στον πατέρα του διαφωτισμού τον Τζον Λοκ, ούτε ακόμα και στον διαφωτιστή  Ζαν Ζακ Ρουσσώ, για να φτάσουμε στις μέρες μας και στον Χάουαρντ Ζίν και στις θέσεις όπως αναφέρονται στο βιβλίο του «Ανυπακοή και Δημοκρατία». Για όλα αυτά υπάρχει όλη η ευρωπαϊκή βιβλιογραφία, που από την πρώτη μέρα της συνειδητοποίησης του ανθρώπου ως ατομικής οντότητας, ασχολείται με  το θέμα του νόμου, χωρίς βέβαια να το έχει λύσει.

Δεν χρειάζεται όμως τίποτα από αυτά (τα οποία αν θέλετε βέβαια μπορούμε να τα συζητήσουμε), γιατί η νομοθεσία εδώ είναι ξεκάθαρη:

Πρώτον, αναφέρει ότι για να εισπραχθούν διόδια θα πρέπει ο δρόμος να έχει τελειώσει, γιατί ο διερχόμενος πληρώνει για την χρήση και όχι για την κατασκευή.

Δεύτερον, αναφέρει ότι θα πρέπει να υπάρχει δικαίωμα επιλογής, δηλαδή άλλος δρόμος ο οποίος να αντιστοιχεί στην εν λόγο διαδρομή, χωρίς να είναι αναγκαία η είσπραξη κάποιου αντίτιμου, βάση του δικαιώματος της ελεύθερης μετακίνησης.

Όλα τα υπόλοιπα λοιπόν, περί του αν ο πολίτης έχει το δικαίωμα να σηκώνει την μπάρα είναι παραφιλολογία και όλη η συζήτηση εκ του πονηρού, με στόχο να πετάξουμε τη μπάλα στην κερκίδα! Και βέβαια ο πολίτης δεν έχει το δικαίωμα να παραβαίνει τον νόμο. Υπάρχει όμως μια μικρή προϋπόθεση, ο νόμος πρέπει να είναι νόμιμος. Γιατί αν ο νόμος δεν είναι νομικά βάσιμος, τότε δεν υπάρχει αδίκημα, αφού στη πράξη καταστρατηγεί κάτι το μη νόμιμο! Άρα εκ των πραγμάτων δεν μπορεί να υπάρξει αδίκημα, το αντίθετο μάλιστα ο πολίτης θα έπρεπε να ζητήσει την δίωξη όλων αυτών που υπέγραψαν παράνομες συμφωνίες και προχώρησαν σε παράνομες συμφωνίες!

Έτσι έρχομαι στο γιατί θέλω να ξεστομίσω βαρύτατες κουβέντες: Ο λόγος είναι ότι έχουμε ένα κράτος το οποίο ΠΑΡΑΝΟΜΕΙ και το οποίο αντί να ασχολείται με τον μοναδικό σκοπό της ύπαρξής του, ο οποίος  είναι να ΥΠΗΡΕΤΕΙ το κοινωνικό σύνολο, αντίθετα στρέφεται εναντίον του. Και οι πολιτικοί μας, αντί με το κεφάλι χαμηλά να ζητήσουν συγνώμη που τους… διέφυγε ένα τέτοιο ατόπημα, αντίθετα ΧΩΡΙΣ ΝΤΡΟΠΗ ζητούν και τα ρέστα!
«Θου Κύριε φυλακή τω στοματί μου!»