Θα έπρεπε να είναι φθηνότερη η τιμή της βενζίνης;

Μύθοι και αλήθειες σχετικά με την πτώση στην τιμή του πετρελαίου διεθνώς, τη φορολογία στα καύσιμα και το κέρδος των πρατηριούχων

  • -
  • -

Η εντυπωσιακή πτώση που έχει σημειώσει τους τελευταίους μήνες η τιμή του πετρελαίου διεθνώς, λόγω αφενός της αυξημένης παραγωγής από την κόντρα Ρωσίας – Σαουδικής Αραβίας και αφετέρου της μειωμένης κατανάλωσης από την καραντίνα του κορονοϊού, επανέφερε στο προσκήνιο το αγαπημένο θέμα συζήτησής μας: γιατί η τιμή της αμόλυβδης παραμένει υψηλή στα ελληνικά πρατήρια;

Θα μπορούσαν οι πρατηριούχοι να πουλάνε πιο φθηνά σε σχέση με την τιμή που αγοράζουν τα καύσιμα;
Καταρχάς, η πτώση στην τιμή των καυσίμων διεθνώς είχε αρχίσει πριν τα μέτρα για τον κορονοϊό, λόγω της αύξησης της παραγωγής πετρελαίου, στην οποία αναφερθήκαμε πιο πάνω. Επίσης, η φορολογία των καυσίμων στην Ελλάδα είναι εξαιρετικά υψηλή. Απόρροια των μέτρων που είχαν ληφθεί τα μνημονιακά χρόνια.

Όπως έχουμε εξηγήσει στο παρελθόν, φόροι και δασμοί αντιστοιχούν στο 65% της τελικής τιμής της βενζίνης στη χώρα μας. Αυτό δεν αλλάζει ό,τι και αν συμβεί, όσο κι αν υποχωρήσει η τιμή του Brent είτε λόγω αύξησης της παραγωγής ή λόγω της καραντίνας από τον κορονοϊό.

Άρα μόνο το 35% της τελικής τιμής του λίτρου επηρεάζεται από αυτούς τους παράγοντες. Δηλαδή όταν το λίτρο αμόλυβδης είχε 1,5 ευρώ, τα 97,5 λεπτά αφορούσαν φόρους και δασμούς και τα 52,5 λεπτά αφορούσαν συνδυαστικά την τιμή του διυλιστηρίου, καθώς και το μικτό περιθώριο κέρδους της εταιρείας εμπορίας, του μεταφορέα και του πρατηριούχου.

Όταν λοιπόν η τιμή του πετρελαίου τύπου Brent υποχώρησε κατά περίπου 62% (από τα 60 δολάρια το βαρέλι στις 19 Ιανουαρίου 2020 στα 23 δολάρια το βαρέλι στις 31 Μαρτίου 2020), η μείωση της τιμής της αμόλυβδης βενζίνης στην αντλία αναλογεί σε αυτό το ποσοστό (σ.σ. τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές, η τιμή του βαρελιού έχει ανέβει στα 32 δολάρια).

Με μία απλοϊκή προσέγγιση δηλαδή, η πτώση της τιμής του πετρελαίου από τα 60 στα 23 δολάρια το βαρέλι αντιστοιχεί σε μείωση της τιμής της αμόλυβδης βενζίνης κατά περίπου 20 λεπτά του ευρώ (στο μερίδιο των 52,5 λεπτών ανά λίτρο). Αν αγοράζαμε δηλαδή πριν με 1,5 ευρώ/λίτρο, τώρα πρέπει να το βρίσκουμε στο πρατήριο της γειτονιάς μας στο 1,3 ευρώ/λίτρο. Με βάση τα επίσημα στοιχεία από τη Γενική Γραμματεία Εμπορίου και Προστασίας Καταναλωτή, την Τρίτη 7 Απριλίου 2020 η μέση τιμή της αμόλυβδης 95 οκτανίων στην Ελλάδα ήταν στο 1,37 ευρώ.

Για να «καθρεφτίζεται» όμως η διεθνής τιμή του πετρελαίου στην τιμή της αμόλυβδης στο βενζινάδικο της γειτονιάς μας, θα πρέπει τα πρατήρια να ανεφοδιάζονται σε καθημερινή βάση. Κάτι που δεν είναι εφικτό, ιδίως με τη σημερινή κατάσταση και την σχεδόν μηδενική κυκλοφορία επιβατικών οχημάτων.

Ο Πρόεδρος του Συνδέσμου Εταιρειών Εμπορίας Πετρελαιοειδών Ελλάδος (ΣΕΕΠΕ), Γιάννης Αληγιζάκης, μας εξηγεί στη συνέντευξη που μας παραχώρησε:

«Ένα πρατήριο που έχει αγοράσει καύσιμα πριν μία εβδομάδα, υπό νορμάλ συνθήκες θα τα διέθετε σε 1-2 ημέρες και θα έκανε νέα παραγγελία. Αυτή τη στιγμή τα αποθέματα των πρατηρίων διαρκούν περισσότερες μέρες. Άρα δεν ακολουθεί την πτώση στην τιμή των καυσίμων τις τελευταίες ημέρες, διότι πουλά με βάση την τιμή που έχει αγοράσει τα καύσιμα. Το πρόβλημα της χρονικής υστέρησης είναι πολύ εντονότερο στα νησιά. Το πρατήριο σε ένα νησί εφοδιάζεται περίπου κάθε δύο εβδομάδες. Όταν λοιπόν η τιμή ενός προϊόντος υποχωρεί επί 15 ημέρες και ένα πρατήριο έχει την τιμή προ αυτού του διαστήματος, δεν μπορεί να του ζητήσει κάποιος τη διεθνή τιμή που ισχύει σήμερα. Ο ανεφοδιασμός στα νησιά γίνεται κάθε 12-15 ημέρες υπό φυσιολογικές συνθήκες, όχι με αυτές που βιώνουμε τώρα».

Είναι λοιπόν όλα ρόδινα στη διαδικασία από τη διύλιση των καυσίμων μέχρι τη διάθεσή τους στον πελάτη; Σαφώς και όχι. Έχουμε δει στο παρελθόν περιπτώσεις όπου ορισμένοι πρατηριούχοι διατηρούσαν αδικαιολογήτως υψηλά την τιμή των καυσίμων, ιδίως στα νησιά. Όσο όμως η φορολογία των καυσίμων είναι στα ύψη, δεν πρόκειται να δούμε την πραγματική τιμή τους στην αντλία των πρατηρίων.